Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Αντίο Δημήτρη


Τον Δημήτρη τον γνώρισα στο λεωφορείο που μας μετέφερε τον Ιούλιο του 2005 στις Άλπεις για ορειβατικό-πεζοπορικό-τουριστικές διακοπές. Εκεί που γνώρισα και τον Αποστόλη, τη Γεωργία, τα Μαρουσάκια, τη Μάρθρα, τον μετέπειτα Δάσκαλο μου (Βαγγέλη Βρούτση).

Άνθρωπος χαμηλών τόνων, με σεμνότητα. Η αλήθεια είναι ότι δε κάναμε τόση παρέα σε αυτό το ταξίδι, μιας και τα προγράμματα μας ήταν διαφορετικά. Αυτός σαν απόφοιτος της Σχολής Ορειβασίας, θα έκανε αναβάσεις σε ψηλές κορυφές, via  ferrata, ενώ εγώ θα απολάμβανα τουρισμό και πεζοπορίες σε χαμηλότερα υψόμετρα.

Στη συνέχεια, θα είναι αυτός που θα με βοηθήσει στο πρώτο μου χειμερινό μάθημα και πρώτη επαφή με το χιόνι στο βουνό, δίνοντας μου τα μπατόν του για να μην βουλιάζω στο σουπιασμένο χιόνι, στην πορεία για το καταφύγιο της Αστράκας. Εκείνος συμμετέχει στη σχολή «παραμέσου» που πραγματοποιείται παράλληλα με τη σχολή Αρχαρίων και θα μας συμβουλεύει σε τεχνικές δεσίματος και κίνησης σκοινοσυντροφιάς.

Στο βουνό θα ξαναβρεθούμε και σε άλλες εκδηλώσεις της Σχολής Αρχαρίων αλλά και σε μια Αλλού γι’Αλλού (πολύ πριν τη δημιουργία της γνωστής ομάδας) ανάβαση στον Ελικώνα με τον Αποστόλη (ακριβώς 4 χρόνια πριν), όπου από την Αρβανίτσα και με ασαφή κατεύθυνση μετά από πέρασμα πολλών δολίνων θα βγούμε στην κορυφή, αλλά από τη συγκεκριμένη ανάβαση αυτό που θα μας συνοδεύει είναι το αλήστου μνήμης και γεύσης σαγανάκι – χταπόδι στην παραλία Σαράντη.  

 Στη συνέχεια θα βρισκόμαστε τακτικά στο σπίτι του Δασκάλου που μας δινόταν η ευκαιρία να μοιράζομαστε τις εμπειρίες μας στο βουνό και άλλα κοινά ενδιαφέροντα.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του Δημήτρη θα τον συνοδεύουν μέχρι το αναπάντεχα σύντομο τέλος. Αξιοπρέπεια, σεμνότητα, μετριοπάθεια, χαμηλοί τόνοι.
Για να δούμε, θα διδαχθούμε τίποτα...

Αντίο Δημήτρη...

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Διάσχιση Καιμακτσαλάν


Το project του 4ημέρου των Φώτων φαινόταν πολύ τουριστικό. 4(!) διανυκτερεύσεις σε ξενώνα και κερασάκι στην τούρτα τα λουτρά του Πόζαρ. Παρ’ όλα αυτά,  είχα πάρει τις διαβεβαιώσεις του αδερφού Αποστόλη ότι θα περπατάγαμε όλες τις ημέρες  Τελικά καταλήξαμε, να μας πιάνει η νύχτα στο βουνό και να περπατάμε μέσο όρο κάθε μέρα ένα 8ώρο.

Για την δεύτερη ημέρα παραμονής μας στη Βόρεια Ελλάδα, ο Ααποστόλης είχε μελετήσει μια διαδρομή που ουσιαστικά θα προσέφερε μια mini διάσχιση του Καιμακτσαλάν. Μοναδικό μας πρόβλημα, η πρόσβαση και η τακτοποίηση των αυτοκινήτων. Αφού οι ντόπιοι ταξιτζήδες μας ενημέρωσαν για το  ευτελές ποσό (70 ευρώ για 4 άτομα)  που αξίωναν για μεταφορά μας στη θέση Τουρκολίβαδο,  την απορρίψαμε και αποφασίσαμε να ανεβάσουμε 2 αυτοκίνητα και να κάνουμε την τράμπα στο τέλος της ημέρας.

Στην πορεία μας λοιπόν:
Ξεκινάμε από τη θέση Τουρκολίβαδο, λίγο πριν το χιονοδρομικό του Καιμακατσαλάν όπως ερχόμαστε από Όρμα – Μεγαπλάτανος – Σαρακηνοί  - Κερασιές. Το τοπίο χιονισμένο αλλά ο χάρτης μας βοηθάει παρόλο ότι η Χριστίνα αναρωτιέται πως αναγνωρίσαμε το σωστό χωματόδρομο εκκίνησης.

Το μονοπάτι που θα περπατήσουμε είναι το 13, κινείται μεταξύ των 1850 – 1900 μέτρων και με ελαχιστες υψομετρικές διαφορές θα μας οδηγήσει μετά από 50-55 λεπτά στο πρώτο ρέμα (Κρέμασης) με το ημι-κατεστραμμένο γεφυράκι (ακούν οι αρμόδιοι;;;;;) Η τραβέρσα συνεχίζεται, περνάμε από παγκάκι με ξύλινη πινακίδα και λείψανα  στρούγκας και μετά από 35 λεπτά βγαίνουμε σε χαρακτηριστικό πλάτωμα με νέες στρούγκες και εντυπωσιακό βράχο – εξώστη.   Η θέα είναι εντυπωσιακή, είτε κοιτώντας Βορειοανατολικά ή Νοτιοανατολικά. Συνεχίζουμε και σε περίπου 30 λεπτά, βρίσκουμε το ρέμα της Σκληρής Πέτρας ή «Κρέμινα Ρέμα» όπως γράφει και η καλή φίλη Νίκη στην περιγραφή της στο HellaspathΕίναι το μοναδικό σημείο που θα χρειαστεί να κάνουμε μια 50μετρη υψομετρική διαφορά υπερβαίνοντας τα 1900 μέτρα. Μένουμε αριστερά του ρέματος και στο πιο βατό σημείο το διασχίζουμε. Από αυτό το σημείο πριν να διασχίσεις το ρέμα, άλλο μονοπάτι σε ανεβάζει στην κορυφή Κουτσούμπεη (όπως με ενημέρωσε η Νίκη). 

Βγαίνοντας στο πρώτο πλάτωμα μετά το ρέμα, η καλή μας Γεωργία συνειδητοποιεί ότι έχει αφήσει το κλειδί του αυτοκινήτου της στο αυτοκίνητο του Κώστα, άρα το σχέδιο περισυλλογής μας μετά το πέρας της διάσχισης φαίνεται να μην είναι υλοποιήσιμο.  Για να μην επιστρέψει μόνη της στο σημείο εκκίνησης, οι υπόλοιπες δυο κοπέλες θα την ακολουθήσουν και θα μας «αναγκάσουν» να συνεχίσουμε με αμιγώς ανδρική σύνθεση. Πιάνοντας το πρώτο βορεινό - ανήλιο κομμάτι κάτω από την Σκληρή Πέτρα το σουπιασμένο χιόνι θα δώσει τη θέση του σε σκληρό χιόνι και θα χρειαστεί κοπάνημα με τις ημιάκαμπτες μπότες, συνοδεία του piolet για τα επόμενα 20-30 μέτρα. Θα χάσουμε ελαφρώς ύψος, δεν υπάρχει εμφανές μονοπάτι , αλλά οι στάνες απέναντι οριοθετούν το ύψος του μονοπατιού. Τελευταίο εμπόδιο πριν το τελευταίο ξέχιονο κομμάτι μέχρι το Δοκάρι, το ρέμα του Βαθύ Νερού (σύμφωνα με το χάρτη της Ανάβασης) , το οποίο λόγω του προσανατολισμού του θα εντυπωσιάσει τους αναρριχητές της παρέας, και θα τους χαρίσει μερικές στιγμές παγοαναρρίχησης, ψελλίζοντας παράξενους συνδυασμούς αριθμών και του γράμματος Μ (!)

Τελικώς φτάνουμε στις τελευταίες στάνες, με θέα προς το υπόλοιπο της διαδρομής μας και τις 2 πιθανές επιλογές μας. (Μονοπάτι 7 ή Μονοπάτι 10). Κατηφορίζουμε από τον χωματόδρομο που φτάνει στις στάνες (και δεν απεικονίζεται στον χάρτη της Ανάβασης) και βρισκόμαστε στη θέση Δοκάρι. (Υπολογίστε τουλάχιστον καθαρές 4 ώρες)  Έχουμε επιλέξει να μην πάρουμε την κόψη της Μπουρίκας (Μονοπάτι 14) για να βγούμε στην θέση Καστανιές και με κατάληξη την Όρμα, αλλά την πιο λογική διαδρομή (Μονοπάτι 10) για την Όρμα. Μπροστά μας έχουμε μια ράχη και προσπαθούμε να καταλάβουμε που είναι το μονοπάτι. Με μια περισσότερο προσεκτική ματιά, βρίσκουμε το πρώτο σημάδι, 2 μέτρα ψηλότερα από το ύψος του χωματόδρομου με την ένδειξη 7. Η ράχη μας οδηγεί μετά από 20 λεπτά σε ξέφωτο με ξεραμένες φτέρες (αυτήν την εποχή) και συνεχίζουμε ευθεία με Ανατολική κυρίως κατεύθυνση, νομίζοντας ότι είμαστε στο σωστό μονοπάτι. Όταν 15 λεπτά αργότερα διαπιστώνουμε ότι αντί να χάνουμε ύψος, διαρκώς ανεβαίνουμε, βρισκόμαστε μια ανάσα από την κορυφή της Μπουρίκας. Είμαστε ακόμη στο Μονοπάτι 7. Επιστροφή από τα ίδια, βάζουμε κάτω αλτίμετρα, κινητά -  GPS , στίγματα, και τελικώς καταλαβαίνουμε το μικρό μας λάθος. 

Το μονοπάτι μπαίνει μέσα στο πυκνό δάσος με το στρωμένο χαλί των πεσμένων δέντρων και μας οδηγεί μετά από 2 ώρες με το τελευταίο φως της ημέρας στην θέση Δεξαμενή (μικρός νερόμυλος). Θα περπατήσουμε άλλο 1,5 χιλιόμετρο μέχρι να συναντήσουμε τη Δέσποινα που μας περιμένει με το αυτοκίνητο.

Καθαρές ώρες πορείας: 6:30
Μια μικρή διάσχιση στο Καιμακτσαλάν που «χρησιμοποιεί»  3 από τα μονοπάτια της περιοχής.