Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2009

Ένα χαλαρό ΣΚ στο Βελούχι

Το γεγονός ότι δεν ήμουν εκ των διοργανωτών αυτής της εξόρμησης συν το γεγονός ότι έπηζα τρελά στο γραφείο όλη την εβδομάδα, μου έδωσαν την ευκαιρία να απέχω από τις σχετικές υποχρεώσεις ενημέρωσης των συμμετεχόντων. Παρασκευή βράδυ μάζευα τα πράγματα μου και θα συνταξίδευα με τον αδερφό μου, που σημειωτέον δεν τον είχα δει καθόλου μες στη βδομάδα (ευτυχώς που υπάρχουν και οι εκδηλώσεις των Αλλού Γιαλλού).

Το ραντεβού δόθηκε για την Μάνδρα, θα πηγαίναμε από την παλιά Εθνική μέσω Κάζας, λόγω των αυξημένων νέων διοδίων, των έργων και των σχετικών καθυστερήσεων, και θα συναντούσαμε τον Κώστα με τον αδερφό του στο Καρπενήσι (οικογενειακή υπόθεση το ΣΚ).
Την ομάδα την αποτελούσαν η Γεωργία με τον Γιώργο και τον Αποστόλη, η Στέλλα, ο Μιχάλης, ο Γιώργος ο Ζπανός και η Σοφία. Στάση στα Παλιοκούνδουρα για τυρόπιτα και καφεδάκι λίγο πριν τη Θήβα. Οι δρόμοι σχετικά άδειοι, αλλά η συγκομιδή του βαμβακιού θα έχει σαν επακόλουθο, την ύπαρξη των τεράστιων πράσινων τρακτέρ, που καταλαμβάνουν περισσότερο από μια λωρίδα, καθυστερώντας ελαφρά την άνοδο μας στο Καρπενήσι. Τελικό μάζεμα στον Μπράλο, για να μη χαθούμε. Σε 3-4 χιλιόμετρα κάποιοι προσπάθησαν να μιμηθούν το τίτλο της παρέας και έφυγαν προσωρινά Αλλού Γιαλλού.

Τελικώς φτάσαμε στο καταφύγιο του χιονοδρομικού πάνω από το Καρπενήσι λίγο μετά τις 14:30. Ο Κώστας και ο αδερφός του αφού είδαν και αποείδαν περιμένοντας μας, ξεκίνησαν μόνοι τους την ομολογουμένως εύκολη και σύντομη ανάβαση στο Βελούχι (Σειντάνι). Το πρόγραμμα έλεγε διάσχιση μέχρι το Κουμπί και κάθοδος στο δρόμο από τους Αγ.Αποστόλους. Δεν υπήρχε πολύ όρεξη, οπότε αρκεστήκαμε, αφού βρεθήκαμε όλοι μαζί λίγο πριν τη κορυφή, να αναγνωρίζουμε τις ατελείωτες οροσειρές σε όλο το φάσμα του ορίζοντα. Επιστροφή στο καταφύγιο, όπου μας περίμενε ο φιλικότατος Αλέκος (που μόλις 15 μέρες πριν μας φιλοξένησε στο καταφύγιο της Γρ.Οξυάς), βολευτήκαμε στο μικρό, αλλά ζεστό χώρο με το τζάκι και αρχίσαμε τις συζητήσεις, τις πλάκες, (είχαμε και καιρό να βρεθούμε με τους περισσότερους).

Γελάσαμε με τη ψυχή μας, μάθαμε για τα προβλήματα του φοίνικα στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Κρήτη για το σκουλήκι που τρώει την καρδιά του, για το μαύρο σκαθάρι με τι κόκκινες βούλες που τριγυρνάει στα φύλλα του. (Καλά τα λέω Κώστα;;;)
Λίγο πριν το φαγητό, πετάγομαι μέχρι την δυτική προκορφή του Ανέμου για να προλάβω τα τελαυταία πορφυρά χρώματα του ηλιοβασιλέματος. Μαγεία με θέα την Λίμνη των Κρεμαστών και τα όρη του Βάλτου. Επιστροφή για το φαγητό. Απόλυτη σιγή και μόνο τα ποτήρια που τσουγκρίζουν σπάνε τη σιωπή του δείπνου. Τα αστεία συνεχίζονται, και έρχονται και οι τελευταίοι μας καλεσμένοι. Ο Μάκης και η φίλη του η Νατάσσα. Η βραδιά είναι πολύ ευχάριστη, Θα κοιμηθούμε σχετικά γρήγορα, χωρίς να υπάρχει σχέδιο για την επομένη ημέρα (περίεργο, ε;;).

Ξύπνημα στις 08:00, πρωινό με χαρακτηριστική άνεση και σιγά σιγά ετοιμαζόμαστε για να φύγουμε μαις και δεν υπάρχει όρεξη για κάτι κοντινό. Η σημερινή επιλογή διαδρομής περιελάμβανε το μονοπάτι που συνδέει το Καρπενήσι με το χωριό Καλλιθέα. Αφού θα μπερδευτούμε λίγο με τα αυτοκίνητα για να βρούμε την εκκίνηση της διαδρομής, θα ξεκινήσουμε από γεφυράκι δίπλα στον Καρπενησιώτη με ελαφριά ανηφορική πορεία, μέσα σε δάσος μέχρι να βγούμε σε χωματόδρομο. Στη συνέχεια και παρότι έχουμε αναλυτική περιγραφή της διαδρομής, θα φύγουμε όχι περισσότερο από 10 μέτρα δεξιότερα του μονοπατιού και θα πάρουμε ράχη που θα μας βγάλει σε ξέφωτο ψηλότερα του χωριού Καλλιθέα. Με σιγουριά 100 καρδιναλίων ο Αποστόλης και εγώ θα παροτρύνουμε και τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας να μας ακολουθήσουν και για καλή μας τύχη θα «πέσουμε» σε βοσκό που θα μας δείξει το «χαμένο» μονοπάτι 10 μέτρα πιο κάτω.
Συνολικά από τα αυτοκίνητα θα κάνουμε 1 ώρα, χαζεύοντας συνέχεια πίσω μας το επιβλητικό Βελούχι και θα ικανοποιηθούμε βλέποντας στο τέλος του μονοπατιού και στη είσοδο του χωριού, συμπαθητικό καφέ με πολύ καλή μουσική. Η μέρα φωτεινή και σχετικά ζεστή, οπότε τι καλύτερο για την επιστροφή μας μέσα από το πυκνό δάσος και τα φύλλα που κατακλύζουν το μονοπάτι με τα περίφημα φθινοπωρινά χρώματα τους.

Ο Μάκης και η Νατάσσα που δεν ακολούθησαν σε αυτό το μονοπάτι θα ανέβουν και αυτοί με τη σειρά τους στην κορυφή του Βελουχίου και μας συναντήσουν αργότερα στο Χάνι Πλατανιά που θα γραφτεί και ο επίλογος του ΣΚ. Πόλεμος στο τραπέζι με τα άπειρα πιάτα, που διαχειριστήκαμε νομίζω περίφημα.

Τελικά η Ρούμελη προσφέρει ατελέιωτες συγκινήσεις ακόμα και σε ένα απλό έως τουριστικό διήμερο.

Ένα μεγάλο μπράβο στον Μάκη που μόλις 3 μήνες μετά το ατύχημα του, έκανε με σχετική ευκολία την πρώτη του κορυφή, άνω των 2000μ.

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2009

Διάσχιση Δυτικών Βαρδουσίων (2ο μέρος)

Μετά τα βραδυνά τσιπουράκια, η ομάδα πείναγε ελαφρώς και αποσυρόμενη στα ιδιαίτερα διαμερίσματά της (ένα εγκατελειμένο κτίριο στην πλατεία της Αρτοτίνας), θα προβεί σε ελαφρύ δείπνο, μετά ρυζιού μπασμάτι, κονσέρβας τόνου και crackers.

Ξύπνημα μετά από ικανοποιητικότατο ύπνο γύρω στις 07:00, ετοιμασία σακιδίων και καφεδάκι στην πλατεία του χωριού. Η ομάδα είναι χαλαρή και χωρίς να το πολυκαταλάβουμε θα περάσουν σχεδόν 2 ώρες, μέχρι να αποφασίσουμε την αναχώρηση μας από το χωριό, γύρω στις 09:30. Πορεία σε χωματόδρομο, αυτή τη φορά με νότια κατεύθυνση και στη συνέχεια βόρεια, περνώντας ρέμα χωρίς γεφυράκι, και συνεχίζοντας για τα επόμενα 8 χιλιόμετρα σε δασικό δρόμο, περνώντας από αρκετές διασταυρώσεις.

Φτάνουμε στο γραφικό εκκλησάκι του Πρ. Ηλία έχοντας μπροστά μας τον όγκο της Κωστάριτσας. Μελετώντας τον χάρτη, αποφασίζπυμε να ακολουθήσουμε τη ράχη για να αποφύγουμε δυο τρεις στροφές του δρόμου. Από διερχόμενο αυτοκίνητο μαθαίνουμε πως κηνυγοί έχουν στήσει καρτέρι πιο πάνω, οπότε η συνηθισμένη σιωπηλή πορεία, μετατρέπεται σε δυνατή ανταλλαγή επιφωνημάτων (για το φόβο των Ιουδαίων). Με τα πολλά εμφανίζεται μπροστά μας το Κάτω Ψηλό και η Πυραμίδα. Αρκετοί κηνυγοί επιστρέφουν από τα λειβάδια. Μικρή στάση για κολατσιό. Λίγη ανηφόρα ακόμη και θα εμφανιστούν μπροστά μας και οι Σούφλες. Όνομα και πράμα.

Σχεδόν 3 ½ ώρες από το χωριό είμαστε στα Αρτοτινά Λειβάδια. Ονειρεμένο μέρος. Βόρειοδυτικά, φαίνεται η κορυφογραμμή της Οξυάς, δυτικότερα εμανίζονται το Βελούχι και η Καλλιακούδα. Βλέπουμε ξεκάθαρα τον στόχο μας. Την Μουσουνιτσιώτικη Διασέλα. Θα πάρουμε τον δρόμο που οδηγεί στα ριζά της Αλογόραχης, μέχρι το τέλος του, σε ρέμα που σχηματίζονται εντυπωσιακοί καταρράκτες με φόντο την βόρεια Σούφλα. Από μακριά το μονοπάτι για τη Διασέλα φαινόταν απόκρημνο, φτάνοντας δίπλα του θα διαπιστώσουμε δεκάδες γιδόστρατα που ανεβάζουν ψηλά. 45 λεπτά για να καλύψουμε τα τελευταία 300 μέτρα. Στο μυαλό μου εδώ και αρκετή ώρα τριγυρνά μόνο μια σκέψη. Θα καταφέρουμε να περάσουμε απαπαρατήρητοι από τα τσοπανόσκυλα της Αλογόραχης; Ήδη από χθες μας είχαν δείξει τις διαθέσεις τους.

Πιάνουμε την αριστερή μεριά, σχεδόν δίπλα στην αρχή της Πλάκας και η ηχώ ενός γαβγίσματος μου γίνεται κόμπος στο λαιμό μου. Δε καταφέραμε καν να βγούμε στη Διασέλα και μας είχαν καταλάβει. Στα 30 μέτρα στέκονται αρχικά τρια και στη συνέχεια άλλα τόσα τσοπανόσκυλα. Χωρίς πανικό τραβιόμαστε ακόμα πιο αριστερά και σε λίγο αντιλαμβανόμαστε γιατί τα σκυλιά μας κατάλαβαν τόσο γρήγορα. Τα πρόβατα βόσκουν πολύ κοντά μας και ξεκουράζονται στη τεράστια σκιά της Αλογόραχης. Το γάβγισμα είναι έντονο, αλλά τους δείχνουμε πως ακολουθούμε διαφορετική κατεύθυνση και δεν απειλούμε το κοπάδι. Για τουλάχιστον 30 λεπτά θα μας γαβγίζουν αλλά δε θα επιτεθούν, Ειδικά το ένα από αυτά, δε μας μας χάσει από τα μάτια του, ακόμα και όταν πλησιάζαμε στη Σκασμένη Στρούγκα. Κατεβαίνουμε από ράχη που ουσιαστικά χωρίζει τα 2 λιβάδια. Τώρα πια θα γίνουμε αντιληπτοί από τα τσοπανόσκυλα της Σκασμένης. Ευτυχώς το κοπάδι είναι ψηλά, κοντά στο διάσελο Γιδοβουνίου – Πυραμίδας και τα σκυλιά, όχι και τα πιο απειλητικά στα Βαρδούσια.

Είμαστε κάτω σε περίπου 45 λεπτά. Πετυχαίνουμε πάλι τον Λια, ο οποίος μας έχει άσχημα νέα. Από τη χθεσινή βροχή έχει φαγωθεί το ποτάμι και δε περνάει ούτε αγροτικό.
Με την παρότρυνση του, παίρνουμε ένα γκασμά και ένα φτυάρι και φτάνουμε στο πέρασμα του ποταμού. Ο Λιας θα εξομαλύνει το φάγωμα που δημιούργησε το ορμητικό ποτάμι. Στη συνέχεια θα πρέπει να ρίξουμε πέτρες μέσα στο ποτάμι και να δημιουργήσουμε σταθερό πάτημα για τις ρόδες του αυτοκινήτου. Με συνοπτικές διαδικασίες, θα όλοκληρώσουμε το εγχείρημα μας και το θηρίο θα περάσει αλώβητο. Τρέμετε Cayenne, Q7, και λοιπά σαλονάτα SUV.

Τελευταία στάση για μια φωτογραφία στο Σταυρό, καφεδάκι στον Μαστροκωστόπουλο και φαγητό στη γιαγιά, αφού πρώτα ασκήσω τα εκλογικά μου δικαιώματα και στη συνέχεια «παραστήσω» τον μηχανικό ψάχνοντας τη βλάβη στο αυτοκίνητο της ξαδέρφης μου. Ευτυχώς ο Μαστροκωστόπουλος έδωσε πάλι τη λύση.

Ευχαριστώ πολύ τον Γιώργο τον Πελεκάνο και τον γιο του Λια για τη φιλοξενία στη καλύβα, τον Λια προσωπικά για την «εκτροπή» του Ευήνου και τους συντρόφους Αποστόλη και Κωστή για την παρέα.

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2009

Διάσχιση Δυτικών Βαρδουσίων (Ε4)


Με αφορμή την άσκηση των εκλογικών μου δικαιωμάτων, ανεβήκαμε την Παρασκευή το βράδυ για μια μικρή περιπλάνηση στα Δυτικά Βαρδούσια με τον σύντροφο Αποστόλη στον ΑΘ.Διάκο, αναμένοντας την επομένη το πρωί, τον καλό μας φίλο Κωστή απο τον Αγ. Κωνσταντίνο.
Μιας και η γιαγιά είναι ακόμα στο χωριό, προτιμήσαμε τη θαλπωρή του σπιτιού και του ύπνου σε κρεβάτι. Ξυπνητήρι στις 07:30 αλλά καμία διάθεση για να σηκωθούμε. Έξω χάλαγε ο κόσμος απο τη βροχή, οπότε χουχουλιάζαμε στα κρεβάτια μας. Το τηλεφώνημα του Κωστή που μας περίμενε ήδη στον Μαστροκωστόπουλο, διακόπτει την πρωινή και προσωρινή χαλαρότητα και σε 20 λεπτά είμαστε στην πλατεία, πίνοντας καφεδάκι και συζητώντας τα κατορθώματα των προηγούμενων ΣΚ.
Δε θα καθυστερήσουμε άλλο και θα πάρουμε τον δρόμο για τη Σκασμένη Στρούγκα. Η διαδρομή είναι γνωστή, το Ε4 που ανεβαίνει στον Πρ. Ηλία, συνεχίζει επι το πλείστον στο δρόμο μέχρι το Σταυρό και μετά κατηφορίζει για Σκασμένη Στρούγκα αφού περάσει το παλιό Τυροκομείο και το Καρυώτικο ρέμα (έναν από τους τροφοδότες του Εύηνου ή Φιδάρη).
Όλα αυτά σε κανονικές συνθήκες και με την απουσία των βοσκών άρα και των τσοπανόσκυλων.

Εμείς επιλέξαμε να πάμε με το αυτοκίνητο – θηρίο – δε κολώνω πουθενά του συντρόφου Αποστόλη. Όλα καλά μέχρι το παλιό τυροκομείο, φτάνοντας στο ποτάμι μας παίρνουν πρέφα τα τσοπανόσκυλα του Νίκου του Σταθιά, και μας «συνοδεύουν» λίγο πριν την Σκασμένη, προσπαθώντας ταυτόχρονα, να μας απαλλάξουν από οποιοδήποτε πλαστικό κάλυμμα του αυτοκινήτου που δαγκώνουν λυσσασμένα. Με το που μπαίνουμε στα όρια του λιβαδιού της Σκασμένης Στρούγκας τα τσοπανόσκυλα σταματάνε και μας «παραδίδουν» σε αυτά του επόμενου λιβαδιού. Για καλή μας τύχη, ο τσοπάνος είναι στο μαντρί και τα τσοπανόσκυλα, είναι σαφώς πιο ήμερα από τα προηγόύμενα. Μας κερνάει τσιπουράκι, τα λέμε λίγο για τις δυσκολίες της δουλειάς, η βροχή συνεχίζεται, ανταριασμένο τοπίο τριγύρω, έρχεται και ο Λιάς, ο συνεχιστής της παράδοσης της οικογένειας, τους χαιρετούμε και αποφασίζουμε να ξεκινήσουμε την πορεία μας για την Αρτοτίνα.

Παίρνουμε τον δρόμο με το σήμα Ε4, ακριβώς κάτω από το καλύβι της Σκασμένης για 20 λεπτά και ουσιαστικά κυκλώνουμε το Γιδοβούνι αριστερόστροφα. 20 μέτρα μετά από το σημείο που τεράστια πέτρα έχει πέσει στο δρόμο, ξεκινά το μονοπάτι που τραβερσάρει ανηφορικά τις πλαγιές κάτω από τα επιβλητικά Γιδοβούνι, Πυραμίδα, Πάνω και Κάτω Ψηλό. Η βροχή γίνεται πιο δυνατή, και στον ενθουσιασμό μας να πιάσουμε το μονοπάτι θα ανέβουμε 20 μέτρα ψηλότερα. ΤΟ GPS του Κωστή θα μας επαναφέρει στην τάξη και στον ίσιο δρόμο και χωρίς άλλες δυσκολίες, αλλά με καταρρακτώδη βροχή και ομίχλη θα συνεχίσουμε την πορεία μας. Συνολικά, θα βρούμε τρια ρέματα – χειμάρρους που δημιουργήθηκαν από την έντονη βροχόπτωση και θα τα περάσουμε οριακά.

Βγαίνουμε σε ξέφωτο (Κουκοσόλακα) και χωρίς στάσεις θα συνεχίσουμε μέχρι την περίφημη Κουφόλακα. Το νερό που κατεβαίνει είναι εντυπωσιακό. Ο καιρός παραμένει κλειστός. Εδώ, ανάμεσα στο Κάτω και Πάνω Ψηλό βρίσκεται ο Ανεμιστός, ο καταρράκτης που «ανεμίζει» ή γκρεμίζει τα νερά του με κατάληξη το Καρυώτικο ρέμα. Η όραση μας λόγω της πυκνής ομίχλης δε μας βοηθάει, αλλά η ακοή είναι αδιάψευστος μάρτυρας. Χάσκει ακριβώς από πάνω μας. Δεν τον βλέπουμε αλλά τον ακούμε. Συνεχίζουμε χωρίς να χάνουμε ιδαίτερα ύψος και αφού περάσουμε από μικρή σάρα (θέλει λίγο προσοχή) θα φτάσουμε στη θέση Πάνω Σταυρός με χαρακτηριστική ταμπέλα και εικονοστάσι λίγο χαμηλότερα (Σταυρός). Η πορεία μας τώρα είναι κατηφορική και αφού διασχίζουμε αρκετές πλαγιές, έχουμε πρώτη οπτική επαφή με την Αρτοτίνα.

Ο καιρός δείχνει να καλυτερεύει (βέβαια έχουμε γίνει μούσκεμα) περνάμε κάτω και αριστερά από την κορυφή Μπάλα και βγαίνουμε σε χωματόδρομο πάνω από την Αρτοτίνα. Θα κατηφορίσουμε πότε από το δρόμο και πότε από μονοπάτι για να φτάσουμε στο χαμηλότερο σημείο της διαδρομής μας, το φουσκωμένο ρέμα της Αρτοτίνας (Καλογερικό) και να περάσουμε απένταντι από 2 παλιά ξύλινα γεφυράκια. Χανουμε για λίγο την σήμανση του Ε4, αλλά η Αρτοτίνα είναι μια ανάσα. Κάνουμε μια 200μετρη κόντρα και είμαστε στα πρώτα σπίτια του χωριού. Κατευθυνόμαστε στην πλατεία, όπου και η μοναδική ταβέρνα. Αλλάζουμε, προσπαθούμε να στεγνώσουμε τα βρεγμένα, θα φάμε μια ωραία ζεστή φασολάδα, συνοδεία κρασιού, θα μιλήσουμε με τους ντόπιους για την ανάγκη άνάπτυξης του χωριού, για τη διαμάχη περί της γενέτειρας του Αθ.Διάκου. Θα κάνουμε μια μικρή βόλτα τριγύρω, ο καιρός πλέον είναι καθαρός, απέναντι μας χαζεύουμε τα Αρτοτινά λειβάδια με τις Σούφλες, τη Κωστάριτσα, την Αλογόραχη, την μύτη της Πυραμίδας . Θα πρέπει να μνημονεύσω την φιλοξενία των ιδιοκτητών της ταβέρνας του χωριού, που μας παραχώρησαν ευγενικά ένα χώρο για την διανυκτεύρευσή μας και θα τολμήσω να πω, ότι η θέα από την Αρτοτίνα, είναι ελαφρώς εντυπωσιακότερη από την αντίστοιχη της Μουσουνίτσας.




Φωτογραφικό υλικό στο ακόλουθο link:
https://photos.google.com/album/AF1QipPR1XxTZrk7-NTdjD2Yd57myseHJLhO6o067hFl

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2009

Οξυά - Κοκκάλια

Το πρόγραμμα για το ΣΚ έλεγε Διάσχιση Οξυάς – κορυφογραμμής Κοκκαλίων με τον ΕΠΟΣ Φυλής με τελικό προορισμό το μνημείο της Μάχης των Κοκκαλίων.

Σάββατο πρωί, κατευθύνομαι προς το μετρό της Αττικής. Δύσκολη βδομάδα και βαριεστημένο φτιάξιμο του σακιδίου μου το προηγούμενο βράδυ (ευτυχώς δε θα μου κοστίσει). Πήραμε την Εθνική για Λαμία – Μακρακώμη και μετά από μια κουραστική, στενή και όλο στροφές άσφαλτο φτάσαμε στο Γαρδίκι Ομιλαίων γύρω στις 12:30.

Η ομάδα σπάει στα δυο. Οι περισσότεροι θα επιλέξουν να ανέβουν στο καταφύγιο της Γραμμένης Οξυάς από χωματόδρομο που διασχίζει ένα υπέροχο δάσος οξιάς, ένα από τα τελευταία και νοτιότερα της Ευρώπης. Η μειοψηφία (9 τον αριθμό) μαζί με τον αρχηγό, θα πάρουμε NA κατεύθυνση και από το χωριό θα κατευθυνθούμε προς την κορυφογραμμή της Οξυάς - Κοκκαλίων βορειότερα της κορυφής Σαράνταινα.

Το μονοπάτι είναι σηματοδοτημένο και περνάει από το ξωκκλήσι της Αγ.Παρασκευής σε δασωμένη πλαγιά προτού βγούμε στο γυμνό. Εντυπωσιάζομαι αλλά ανησυχώ ταυτόχρονα από το πλάτος του χωματόδρομου που συναντάμε και οδηγεί στην Άμπλιανη. Εκ των υστέρων θα μάθω πως υπάρχουν σχέδια για κατασκευή Αιολικού Πάρκου στην κορυφογραμμή της Οξυάς.

Ο καιρός κλειστός και δε θα αργήσουν οι πρώτες ψιχάλες. Χωρίς να το πολυκαταλάβουμε και έχοντας βγει από το δάσος, διαπιστώνω πως είμαι μούσκεμα, παρόλο που κουβάλαγα στο σακίδιο μου αδιάβροχο παντελόνι και μπέρτα. Η ομίχλη κάνει αισθητή την παρουσία της και θα μας ακολολουθήσει μέχρι το τέλος της πορείας μας στο καταφύγιο, 4 ½ ώρες μετά την αναχώρησή μας απο το Γαρδίκι. Περιττό να πω πως δεν βλέπαμε πάνω από 2-3 μέτρα μπροστά μας. Στην μοναδική φορά που βρέθηκα τελευταίος, μια σαλαμάνδρα απέσπασε την προσοχή μου, με αποτέλεσμα να βρεθώ μόνος μου χωρίς να βλέπω τους συνοδοιπόρους μου. Πολύ άσχημο συναίσθημα...

Η ανακούφιση θα έρθει με την είσοδο μας στο καταφύγιο, με τη σόμπα και το τζάκι να καίνε και τον συμφερτό των βρεγμένων ρούχων να συνωστίζονται γύρω από τις εστίες ζέστης.

Θα ακολουθήσει δείπνο και γλέντι μέχρι τις 22:00 και σιγά – σιγά θα αποσυρθούμε στις τριόροφες κουκέτες μας. Το δωμάτιο είναι πολύ ζεστό και θα χρειαστεί λίγη ώρα για να το συνηθίσω.

Εγερτήριο στις 06:00, πίσσα σκοτάδι και μια από τα ίδια. Πυκνή ομίχλη παντού. Αφήνουμε τα μη απαραίτητα για το αγροτικό και ξεκινάμε τη διάσχιση για τα Κοκκάλια.

Πάλι θα χωριστούμε σε δυο ομάδες αφού 16 συνοδοιπόροι μας θα προτιμήσουν την ευκολία του χωματόδρομου για Γαρδίκι. Για τους υπόλοιπους 24, ανηφορική πορεία τραβερσάροντας τις γυμνές πλαγιές της Οξυάς, μια από αριστερά και μια από δεξιά, ο δυνατός βορειοανατολικός άνεμος θα μας ταλαιπωρήσει όντας εκτεθειμένοι στην κορυφογραμμή, μετά από 1 ½ ώρα είμαστε στη Σαράνταινα (1923μ), ψηλότερη κορυφή του Συγκροτήματος της Οξυάς. Τώρα αρχίζει η κατηφόρα, και αφού κόψουμε αρκετές φορές τον χωματόδρομο που οδηγεί στην Άμπλιανη, είμαστε πλέον στην κορυφογραμμή των Κοκκαλίων. Το αλάνθαστο GPS του αρχηγού (ευχαριστούμε Στέλιο) θα μας οδηγεί με ασφάλεια για το σύνολο της πορείας μας.
Θα περπατήσουμε για περίπου 1 ώρα σε χωματόδρομο και στη συνέχεια θα περάσουμε κάτω από τις ομαλότατες κορφές του Αλογοβουνίου (όπου θα κάνουμε και την μοναδική μεγάλη στάση) , του Καραβιού, της ανώνυμης 1716, του Καστριού, για να καταλήξουμε στην κορυφή 1643. Μιας και ο καιρός δεν ανοίγει, η προσοχή μας αποσπάται μόνο από τα τεράστια μανιτάρια, που άλλοτε μοναχικά, είτε σε μικρές παροικίες σπάνε την μονοτονία της ομίχλης. Από ένα σημείο και μετά αρχίζει η βροχή. Στο κατέβασμα από την τελευταία κορυφή, θα έχουμε και μια απρόσμενη συνάντηση με «ανήσυχους» τζιπάδες που ακολουθούν το μονοπάτι – τρακτερόδρομο για την κορυφή. Φαντάζομαι πως ανυπομονούν να φτάσουν στον τελικό προορισμό τους και να διασκεδάσουν το νέο κατόρθωμα τους, με τα ενεργοβόρα θηρία τους. Φυσιολάτρες σου λέει μετά...

Πλέον η βροχή έχει σταματήσει και είμαστε σε χωματόδρομο που θα μας οδηγήσει στο μνημείο των Κοκκαλίων (προς τιμή της μάχης μεταξύ των Αιτωλών και των Γαλατών το 279 π.Χ.) και στη συνέχεια στο λεωφορείο που μας περιμένει υπομονετικά. Στάση στο χάνι Πλατανιά για φαγητό (μετά τον Τυμφρηστό) και επιστροφή στην Αθήνα.

Το σκηνικό του καιρού και της περιοχής που βρεθήκαμε το ΣΚ με βύθισε σε διάφορες σκέψεις.
Μου ήρθαν εικόνες και αναμνήσεις από την σχολή Ορειβασίας που παρακολούθησα το 2005-06, με τις παρατηρήσεις και παραινέσεις του Δασκάλου μας (Βαγγέλης Βρούτσης) για την αναγκαιότητα του σωστού και επαρκούς εξοπλισμόύ, την αναγκη αδιαβροχοποίησης αυτού.

Επόμενη εικόνα το μάθημα νυκτερινού προσανατολισμού, εκεί, ανάμεσα στις οξιές, να προσπαθούμε να πάρουμε αζιμούθια, κρυώνοντας για να βρούμε το τελικό σημείο κατασκήνωσης.
Τα πόδια μου, να πλέουν μέσα στις μπότες μου από το νερό.
Τον μουσκεμένο μου υπνόσακο, και τη βέστα που μου έδωσε ο Δάσκαλος για να βγάλω τη νύχτα.
Το μικρό εκκλησάκι που μας φιλοξένησε εκείνο το βράδυ
Εμάς τους μαθητές γύρω από τη φωτιά να ακούμε τον Βαγγέλη, προσπαθώντας ταυτόχρονα να στεγνώσουμε τα ρούχα μας.

Α, ρε Δάσκαλε...