Μια εβδομάδα μετά
τη γιορτή του πατέρα, οι τρεις πατεράδες (αφού μαζέψαμε και τον Κώστα από τον
υπερσύγχρονο (!) ΣΣ Λειβαδιάς, κατευθυνθήκαμε προς τη Μάννα, με μικρή στάση για
μια μπυρίτσα στην Αράχωβα και αφού επιβεβαιώσαμε πως στο μέρος κατασκήνωσης – διανυκτέρευσης
δε θα λάμβανε χώρα κάποιο μυστήριο, κινηθήκαμε προς τα κει.
Εντυπωσιακό μέρος,
υπέροχη χωμάτινη διαδρομή που ο Αποστόλης και ο υπογράφων έιχαμε επισκεφτεί
πριν 10 χρόνια (θύμησες που δε θύμησες) για να γλυτώσουμε τον αφρικάνικο καύσωνα που
έπληττε τα χαμηλά (42-43 βαθμούς). Παραδόξως,
την πρώτη φορά, ξυπνώντας την επόμενη ημέρα, θα αγνοούσαμε επειδεικτικά
το άγριο πεδίο και θα επιστρέφαμε σπίτια μας.Αυτή τη φορά τα
πράγματα είναι διαφορετικά. Έχουμε πληροφορίες, έχουμε μελετήσει διαδρομές στο internet, έχουμε
gps, χάρτες,
αλλά και το πιο σημαντικό: όρεξη για βουνό και περιπέτεια. Το αρχικό σχέδιο
έλεγε ανάβαση από Σιδηρόπορτο, μονοπάτι 22 μέχρι Τσάρκο, και μετά, κατέβασμα
από Τσάρκο στη Βλαχόλακκα και μέσω Βρωμόβρυσης πίσω στη Μάννα. Την τελευταία
βδομάδα πριν τη συνάντηση έπεσε αρκετή μελέτη και «έπεσα» σε αναφορά για κόψη
της Μάννας που ήταν το ίδιο πράγμα με αυτό που μας έλεγε ο φίλος μας ο Γιώργος
(Γεροντόβραχος) για μια εντυπωσιακή διαδρομή ανάμεσα στο Πάνω και το Κάτω Χαμπίμπι. Το σχέδιο
εγκρίθηκε και απέμενε η υλοποίησή του.
Παρ’ όλες τις συστάσεις
μου, θα αφήσουμε το αυτοκίνητο δίπλα στην κατασκήνωση, ενώ είχα προτείνει να το
αφήναμε για τα μάτια του κόσμου 30 μέτρα μακρύτερα. Το σημείο ιδανικό. Αφού
απολαύσαμε τη θέα τριγύρω, αποφασίσαμε να θυμηθούμε και τη μαγειρική στο βουνό…
Τορτελίνια, κάτι αφυδατωμένα μακαρόνια με σάλτσα, σαλάτα τόνου, εννοείται ένα
ζβαν για μεζέ, συνοδεία ρακής και τσίπουρου.
Απολαύσαμε τη θέα της Πελοποννήσου με τα παραλιακά φώτα και κοιμηθήκαμε στρωματσάδα
στην είσοδο του ξωκλησιού, με ελαφρείς υπνόσακους και με το ελαφρύ αεράκι. Οι
σκηνές θα μείνουν παραπονεμένες για ακόμη μια φορά στο αυτοκίνητο.
Ο Ηλίας δε θα μας ξυπνήσει τελικά τόσο νωρίς, αφού
δεν ήμασταν όπως νομίζαμε στο ανατολικότερο σημείο του Παρνασσού (για καλή μας
τύχη). Καφεδάκι, πρωινό με διάφορα
κρουασανοειδή, ετοιμασία σακιδίων και βουρ την κατηφόρα για τη πηγή (Μάννα).Τα γίδια που
χαζεύαμε προηγουμένως, έχουν επιστρέψει από την πλαγιά που θα τραβερσάραμε, άρα
ένα βάσανο λιγότερο. Στάση για νερό, ανεφοδιασμό και αφού και το σχόλιο του διερχόμενου
βοσκού περί δύσκολής διαδρομής και ενός σημείου που θέλει πολύ προσοχή δε μας
προβληματίζει, η διαδρομή ξεκινάει…
Αν δεν χρειάζεται
να προμηθευτείτε νερό, δε χρειάζεται να ξεκινήσετε από τη πηγή, κατάσαρα, αλλά
προτιμήστε τον τυφλό χωματόδρομο. Θέλει υπομονή στην αρχή λόγω της κλίσης,
ειδικά αν το σακίδιο είναι παραφορτωμένο. Υπάρχουν ξεβαμμένα βελάκια στην αρχή,
και ξεβαμμένα κόκκινα σημάδια καθ΄ όλη την ανηφορική πορεία,
μέχρι τη συνάντηση
με το 22. Η διαδρομή είναι άκρως εντυπωσιακή, το μάτι πέφτει συνέχεια στα
κοφτερά μυτίκια και τις άγριες πλαγιές εκατέρωθεν (Πάνω και Κάτω Χαμπίμπι).Το δύσκολο σημείο,
το βρίσκουμε πάνω στο μισάωρο και είναι στην πραγματικότητα, 3-4 βήματα που
χρειάζεται κανείς να χρησιμοποιήσει τα χέρια του. Τίποτα περισσότερο…
Σαν ομορφιά
ανάβασης, θα του έδινα ένα κλικ παραπάνω από την ανάβαση στη Στρογγούλα, αφού
είναι μαεστρικός ο τρόπος που κερδίζεις
ύψος. Δε φοβάμαι να πω ότι είναι πιο εντυπωσιακή διαδρομή από τις Κοπρισιές. Υπολείπεται
του μονοπατιού Καραγιάννη, σε υψομετρική διαφορά και συνολική δυσκολία
διαδρομής. Σημείο κατατεθέν
της διαδρομής ένα διαμπερές διαμέτρου 1,5 μέτρου, ότι πρέπει για αναμνηστικές
φωτογραφίες (VrachoLand). Σε άλλο σημείο της διαδρομής υπάρχουν μεταλλικά σκαλιά και
συρματόσκοινο, πολύ πιθανό για τις χειμερινές επισκέψεις στη διαδρομή.
Από τα πιο άγρια
τοπία που μπορεί να συναντήσει κανείς στην Ελλάδα (ποιος Όλυμπος;).
Με χαλαρή διάθεση
και 2-3 στάσεις χρειαστήκαμε 3 ώρες για να βγούμε στο μονοπάτι 22.
Από κει σε άλλα 30
λεπτά είμαστε Τσάρκο. Τα σύννεφα μαζεύονται, έρχονται και οι πρώτες στάλες,
είναι ώρα να επιστρέψουμε, αφού πρώτα βγάλουμε την αναμνηστική φωτογραφία και
χαζέψουμε τις γύρω κορυφές και τους δυο ορειβάτες που βρίσκονται απέναντι στην
Τουμπόραχη. Οι σταγόνες γίνονται πιο
συχνές, η επιστροφή από τα ίδια επισπεύδεται, και τα μπουμπουνητά είναι τόσο
ψαρωτικά που θα στερήσουν την απόλαυση των Μαύρων Λιθαριών απέναντι και του
κατεβάσματος από το Σιδηρόπορτο (45 λεπτά από Τσάρκο), μιας και δεν έχουμε το
χρόνο και την δυνατότητα να καταλάβουμε που είναι το επίκεντρο της επερχόμενης
καταιγίδας. Θα σταθούμε τυχεροί, μιας και τα φαινόμενα κατευθύνονται προς τον
Πετρίτη, και θα κατέβουμε αρκετά γρήγορα, από το Σιδηρόπορτο, που είναι στην
πραγματικότητα μια μακριά σάρα με σιδερένια σκαλοπάτια και συρματόσκοινα, και
κάποια στιγμή στο παρελθόν με ξύλινα σκαλοπάτια. Πλήρης απομυθοποίηση! Επιστροφή
στην Αγ. Κυριακή με ήλιο πια, κάποια πετραδάκια μέσα στα παπούτσια και
«γεμάτοι» από την εντυπωσιακή μας βόλτα.
Έχουμε μόνο μια
επιλογή μπροστά μας. Να ανακάμψουμε…